top of page

Ο αργός θάνατος του Αθηναίου hipster

Ευνοημένος από την ευφορία του Ιστορικού Κέντρου, ο Αθηναίος hipster ήταν προς στιγμήν ο πρίγκιπας των εντυπώσεων, το πιο κομψό και ψαγμένο παιδί της μόδας. Ώσπου η κρίση έφερε την απομάγευση και μαζί ένα στενόχωρο χανγκόβερ: ναι, ο Αθηναίος hipster ήταν καλλιτεχνικός αλλά όχι καλλιτέχνης· σχεδίαζε καλές γραμματοσειρές, αλλά είχε διαβάσει μόνο κόμιξ.

Ο πρεσβύτερος των hipsters Δημήτρης Πολιτάκης μιλά για τους ντόπιους «επιγόνους» του.

 

Είναι διακριτά για σένα τα χαρακτηριστικά της hipster κουλτούρας;

Από τη στιγμή που πρόκειται –στη σύγχρονη εκδοχή του όρου, που τσουβαλιάζει ουσιαστικά πολλούς νέους, απ’ αυτούς που στη Σαλονίκη αποκαλούν τρέντουλες– για την πιο «αφηρημένη» σημειολογικά φυλή όλων των εποχών, είναι δύσκολο να διακρίνει κάποιος έντονα χαρακτηριστικά, «στολή» κ.λπ. Ως προσδιορισμός χρησιμοποιείται κυρίως υποτιμητικά, συχνά από κάποιον ψαγμένο/ ενημερωμένο (στα μουσικά κυρίως) προς κάποιον άλλο. Όμοιος ομοίω, δηλαδή. Στην Ελλάδα, πάντως, ανθεί και το υποείδος των φρικο-hipsters με έξτρα μισοψημένες αριστερίστικες τάσεις – πρόκειται για κληρονομιά της αμέσως προηγούμενης γενιάς της αντιπαγκοσμιοποίησης.

 

Μπορείς να πεις ότι αποτελεί μια κουλτούρα;

Είναι ακραία γενικόλογος όρος, για να μιλήσει κάποιος για κουλτούρα ή υποκουλτούρα. Παλιά σήμαινε κάποιον που επενδυόταν συγκεκριμένα στοιχεία της μεταπολεμικής hip κουλτούρας. Για να συνεννοηθούμε, ας φανταστούμε έναν επιμελώς ατημέλητο μπίτνικ που ακούει Miles.

 

Μπορείς να πεις ότι ο παλιός εναλλακτικός είναι ο νέος hipster;

Μπορείς. Αν και ο «εναλλακτικός» –επίσης εντελώς γενικόλογος προσδιορισμός– περιλάμβανε και πιο «σκληρά» και «σκοτεινά» χαρακτηριστικά. Αυτό που αποκαλούμε hipster έχει πολλά στοιχεία σπασίκλα, αλλά και ασεξουαλικού ατόμου.

 

Αν δεν υπήρχαν τα social media, θα ήταν δυνατόν να εμφανιστεί αυτή η κοινότητα;

Δεν βλέπω ακριβώς τη σύνδεση.

 

Πώς εξηγείς τo ότι δεν παράγουν καμία καλλιτεχνική έκφραση, παρά μόνο τις παρακολουθούν; Με στυλ πάντα…

Δεν συμφωνώ. Γιατί τα μέλη μιας hipster μπάντας δεν είναι hipsters και οι οπαδοί τους είναι;

 

Βοηθάει η Αθήνα στην εξέλιξη των hipsters; Ή και στην ύπαρξή τους; Μπορείς να τους συγκρίνεις με αυτούς της Νέας Υόρκης;

Ενδεχομένως υπάρχουν και στο Τιμπουκτού (εδώ κολλάνε ίσως τα social media και το Ιnternet γενικώς). Ίδιοι είναι και στην Αθήνα και στη Νέα Υόρκη. ( Έχω πάει στο Γουίλιαμσμπεργκ, δεν λέει και πολλά πράγματα.)

 

Πιστεύεις ότι είναι κάτι που έζησε (ή ότι είναι κάτι που έζησε μόνο στα δημοσιογραφικά γραφεία), ώστε να πούμε ότι πεθαίνει;

Κάποια στιγμή θα εξαντληθεί ως ετικέτα (μπορεί και να έχει συμβεί ήδη).

 

Εσύ ήσουν κάτι σαν hipster στα «νιάτα» σου;

Τότε τι θα ήταν hipster; Μου άρεσε και μου αρέσει να παρακολουθώ τι παίζει στην κουλτούρα. Πιο νέος ίσως είχα πιο πολύ την ανάγκη να αυτοπροσδιοριστώ ως «εναλλακτικός». Λογικό όταν είσαι νέος, περιοριστικό μετά.

 

Ήδη, ο όρος fauxhemian λέγεται ότι θα αντικαταστήσει τους hipsters.Γιατί η ιδιότητα του faux επανέρχεται, λίγο πολύ, κάθε που μιλάμε γι’ αυτές τις ομάδες;

Η ιδιότητα του faux/fake επανέρχεται για να στηλιτεύσει την «επιφανειακή», «επιπόλαιη» και «ελαφρόμυαλη» διάσταση ψαγμένων νεανικών ομάδων που αγωνιωδώς αναζητούν το αυθεντικό, το vintage, αυτό που δεν έχει μολυνθεί από τον μεταμοντέρνο χυλό, αλλά τελικά καταλήγουν να πέφτουν οι ίδιοι θύματα σ’ αυτό το κυνήγι χαμένου θησαυρού, όπου πάντα θα υπάρχει κάποιο πιο «παραδοσιακό» καφενείο, πιο original outsider artist, πιο άξιο να ανακαλυφθεί αξεσουάρ, πιο γνήσιος εκπρόσωπος της hip αντίληψης.

Πρόκειται για φαύλο κύκλο namedropping και αμάσητων αναφορών σε πρόσωπα, σκηνές και καταστάσεις, αφού όλα αναλώνονται και «καίγονται» πολύ γρήγορα, για να μείνει χώρος για την επόμενη «ανακάλυψη». Επίσης, παρά το γεγονός ότι ο όρος αναφέρεται συχνά σε οπαδούς σύγχρονων μουσικών γκρουπ (μέχρι πρόσφατα, κυρίως από τη Βόρεια Αμερική), επειδή αυτά ανακατεύουν –με περισσότερο ή λιγότερο γούστο και ουσία– στοιχεία από διάφορα αναγνωρίσιμα και μη είδη του παρελθόντος, οι φαν τους δεν έχουν τη συγκροτημένη ταυτότητα άλλων φυλών (γότθοι, μεταλάδες κ.λπ.), οπότε είναι πιο επιρρεπείς σε «ό,τι να ’ναι» κατηγοριοποιήσεις.

 

Αν υποθέταμε ότι οι Αθηναίοι hipsters δεν μιμήθηκαν απλώς κάτι αμερικανικό αλλά έχουν ρίζες σε παλιότερες ελληνικές ομάδες και ιδιότητες, ποιες θα ήταν αυτές;

Δεν υπάρχει αντίστοιχη παράδοση εδώ, αν και στην Ελλάδα –στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, τέλος πάντων– υπήρξαν στο παρελθόν hipsters με την παλαιά έννοια, ευαισθητοποιημένοι μποέμ, δηλαδή, που αγαπούσαν την μπιτ κουλτούρα, την «προχωρημένη» μουσική, την ποπ αρτ, το κοφτερό στυλ, ασχέτως περιστασιακής μόδας –άνθρωποι που εδώ χαρακτηρίστηκαν «περιθωριακοί», ενώ αλλού θα ήταν απλώς «εναλλακτικοί»– και έτρωγαν σφαλιάρες και από Δεξιά και από Αριστερά.

 

Έξω οι hipsters χαρακτηρίζονται από τη φιλοπέριεργεια, την ενημέρωση και το ψάξιμο σε θέματα κουλτούρας. Έχουν διανοούμενες λόξες και κολλήματα (τον Τζονι Κας, συγκεκριμένους συγγραφείς κ.λπ.). Και υποτίθεται ότι ανακαλύπτουν τα πράγματα πριν από όλους τους άλλους. Εδώ, γιατί έχουμε την εντύπωση ότι δεν ανοίγουν βιβλίο;

Αυτό που αποκαλούμε «hipster» τα τελευταία χρόνια –σχεδόν αποκλειστικά υποτιμητικά– είναι το ίδιο και εδώ και έξω. Είναι αδύνατον να μπουν όλοι σε καλούπι, άλλοι έχουν πιο πολλά και πιο ειλικρινή και παθιασμένα ενδιαφέροντα, άλλοι απλώς καβαλάνε ένα σύγχρονο κύμα που θα τους πάει μέχρι μια ηλικία, και όλοι αρνούνται πλέον ότι είναι hipsters.

 

Όταν ήταν να βγάλουμε το «Vice» στα ελληνικά, μας είχαν προτείνει να μη χρησιμοποιήσουμε πότε τη λέξη hipster, γιατί είναι η πιο σιχαμένη λέξη του κόσμου, αν και το «Vice» ήταν (και είναι) βασικός πυλώνας της φάσης. Γιατί κανένας hipster δεν θέλει να τον λένε hipster;

Το γεγονός ότι η αποκαλούμενη «βίβλος των hipsters» αποτάσσεται μετά βδελυγμίας τον προσδιορισμό υποδηλώνει ακριβώς τη σχιζοειδή διάσταση μιας φυλής (μιας ταμπέλας, μάλλον), που γρήγορα έκανε μετάσταση σε κάτι όχι μόνο αρνητικό αλλά και συχνά πα θολογικό.

 

Και ο καταναλωτισμός;  Οι indie και οι alternative, από τους οποίους κατάγονται, είχαν κάνει σημαία, κατά κάποιον τρόπο, την αντίθεσή τους στην κοινωνία του σούπερ μάρκετ. Στους Έλληνες hipsters, όμως, διακρίνω μια αμφιθυμία ή κάνω λάθος; Ή είναι αυτό που ο Thomas Frank ονόμασε «rebel consumerism»;

Indie και alternative (ειδικά ο πρώτος προσδιορισμός) είχαν και έχουν να κάνουν με το οπαδιλίκι συγκεκριμένων μουσικών σκηνών και, όπως όλες οι αντίστοιχες φυλές, έχουν να κάνουν πολύ περισσότερο με τον καταναλωτισμό απ’ ό,τι θα πίστευαν τα μέλη τους, από τη στιγμή που η μουσική βιομηχανία –ειδικά όταν ήταν ακόμα στις δόξες της–, τόσο η mainstream όσο και η alternative, αποτελούσε ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα της λογικής της αγοράς, του αθέμιτου ανταγωνισμού και του καπιταλιστικού κυνισμού. Οι hipsters μοιάζουν πολλές φορές με έρμαια του καταναλωτισμού γενικώς, αφού δηλώνουν πρόθυμοι ανά πάσα στιγμή να ενισχύσουν οποιαδήποτε νέα τάση, έστω κι αν αυτή πουλιέται ως συμβατή με τα δεδομένα της οικονομικής ύφεσης (πάντως πουλιέται, σπανίως είναι τζάμπα).

 

Υπάρχει η άποψη ότι οι hipsters μιλάνε πολύ και δρουν λίγο. Φτιάχνουν ωραίες γραμματοσειρές, αλλά γράφουν αξιολησμόνητα κείμενα. Είναι καλοί στυλίστες της ζωής, αλλά τελικά στη ζωή τα σκατώνουν. Ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν γέννησαν τίποτε αξιόλογο και πίσω τους θ’ αφήσουν τα πράγματα και την κοινωνία όπως τα βρήκαν.

Οι hipsters είναι σύμπτωμα της εποχής, όχι φορείς ανατροπής. Είναι αυτό που παίζει τώρα, όχι αυτό που θα έρθει αύριο (όποιος αποτολμά προσβολές πλέον, εκτίθεται άσχημα συνήθως), κι αυτό δεν είναι ούτε θετικό ούτε αρνητικό.

  

Aπ’ όσο ξέρουμε, οι Αθηναίοι hipsters αγαπούν πολύ το μπάχαλο ή, έστω, τη μετωπική αντιπαράθεση με το κράτος. Ήταν στα καλύτερά τους επί «Συντάγματος». Μετά, βέβαια, ναυάγησαν στoυς μπάφους. Τώρα πολιτεύονται στο facebook. Έχει κανένα νόημα το συμπίλημα πολιτικής που πλανάται στο μυαλό τους;

Η σύνδεση (μερίδας) hipsters με ομάδες αντιεξουσιαστών με συγκρουσιακές τάσεις δεν είναι εντελώς άσχετη, ελέω των ακραίων περιστάσεων που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Το θέμα σηκώνει μεγάλη κουβέντα. Όπως λέει, όμως, και ο κεντρικός χαρακτήρας (βαρεμένος 28χρονος hipster δισεκατομμυριούχος) του βιβλίου του Ντον ΝτεΛίλλο, Cosmopolis, παρατηρώντας διαδήλωση αντιεξουσιαστών έξω από τη θωρακισμένη λιμουζίνα του, «αυτές οι εκδηλώσεις εξυπηρετούν το σύστημα, αφού ουσιαστικά αποτελούν στοιχείο φαντασιακής προβολής της ίδιας της κουλτούρας της αγοράς». Από την άλλη, ας μην τα ισοπεδώνουμε όλα, από τη στιγμή που οι Pussy Riot (ένα γκρουπ που πριν από μερικούς μήνες κάποιος θα μπορούσε να απορρίψει ως hipster collective με πασπάλισμα agit prop πολιτικής ατζέντας) βρίσκονται στη φυλακή, ενώ μόλις προχθές συνελήφθη ο νεαρός που έκανε πλάκα με τις προφητείες του Παΐσιου, ενώ απλώς αστειευόταν, χρησιμοποιώντας σημειολογικά στοιχεία και αργκό του σύγχρονου hipster.

 

HIPSTER ATHENS

Tα σύμβολα, οι αναφορές, τα σημεία (ζώντα και τεθνεώτα)

Plissken Fest:

Μονοήμερο φεστιβάλ που πραγματοποιείται κάθε άνοιξη στην Αθήνα, με ηλεκτρονικό και indie προσανατολισμό. Θέλει να πάρει τη θέση του Synch.

H πίτσα από το Κολιμπρί:

Πιτσαρία με δύο καταστήματα στο Παγκράτι και ένα στα Πετράλωνα.

Το Mama  Roux:

Εστιατόριο-μπαρ στην οδό Αιόλου. Άνοιξε πριν από έναν χρόνο περίπου και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία.

Το Key Bar:

Μπαρ στην οδό Πραξιτέλους. Έχει τη φήμη ότι είναι κέντρο διασκέδασης της hipster κοινότητας, χωρίς αυτό να είναι απόλυτα ακριβές.

Ο κήπος του Six D.o.g.s:

'Η, αλλιώς, στο «βάθος κήπος». Λειτουργεί από το πρωί μέχρι το πολύ βράδυ, σερβίροντας καφέ, φαγητό και ποτό.

Arte Fiasco:

Ομάδα που ασχολείται με την οργάνωση συναυλιών, καλώντας μικρά και πολύ φρέσκα ονόματα από το εξωτερικό.

Pitchfork:

Διεθνές μουσικό site που διχάζει με τις κριτικές του τους απανταχού μουσικόφιλους.

Holly Mustache:

Πρόσωπο της πόλης που απασχολείται με τη διοργάνωση vintage παζαριών και φρουτοφαγικών εκδηλώσεων.

Η ταράτσα του bios:

Μπαρ τα καλοκαίρια.

Το yesitdoes!!sureitdoes:

Κινητό πάρτι που γίνεται μία φορά τον μήνα σε διάφορα μαγαζιά του ευρύτερου κέντρου. Βασικός του ήχος είναι οι διάφορες παραλλαγές της disco.

Ανάφη:

Νησί του Αιγαίου, δίπλα ακριβώς από τη Σαντορίνη.

Το Pop που έκλεισε και το Υπερωκεάνιο που άνοιξε:

Μπαρ στην Κλειτίου που φημιζόταν για τα κοκτέιλ του και για το άραγμα στον πεζόδρομο. Το Υπερωκεάνιο είναι τσιπουράδικο και μπαρ σε μια στοά της Οδού Περικλέους.

Ποδήλατο:

Όχημα μετακίνησης με δύο τροχούς και πετάλι. Ιδιαίτερα τα σπαστά Dahon και τα Fixed Gear.

Cantina Social:

Μπαρ σε ακάλυπτο πολυκατοικίας στου Ψυρρή.

Τωρα Κ44:

Μπαρ και συναυλιακός χώρους στην οδό Κωνσταντινουπόλεως, στο Γκάζι.

Αsos:

Site με ρούχα, παπούτσια και αξεσουάρ για άντρες και γυναίκες.

instagram:

Εφαρμογή στα smartphones, με την οποία μπορείς να τραβάς, να επεξεργάζεσαι και να μοιράζεσαι τις φωτογραφίες σου.

Αpple:

Εταιρεία κατασκευής υπολογιστών και gadgets, με ιδρυτή των Στιβ Τζομπς. Δημιούργησε την «iKουλτούρα» με το iPod, το iPhone και τo iPad.

Urban outfitters:

Αμερικανική αλυσίδα καταστήματος ρούχων.

Ιστορικό τρίγωνο:

Η περιοχή του κέντρου της Αθήνας όπου συχνάζουν και χρησιμοποιούνκυρίως ως χώρο διασκέδασης. Ελάχιστοι κατοικούν σε αυτήν.

Baby Guru:

Ελληνικό συγκρότημα με αγγλικό στίχο και σαφείς επιρροές από το krautrock.

HBO:

Αμερικάνικο καλωδιακό κανάλι με βασική επίδοση την παραγωγή τηλεοπτικών σειρών.

Ξένες τηλεοπτικές σειρές: Παραδείγματα:

«Lost»,«Breaking Bad», «Wire», «Game of Thrones», «Mad Men» και το «Flight of the Concords».

Οι καινούργιοι χώροι του booze cooperativa:

Πολυχώρος στην οδό Κολοκοτρώνη που φιλοξενεί πλήθος καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων και καταστημάτων.

Τwitter:

Κοινωνικό δίκτυο στο οποίο εκφράζεις τις απόψεις σου ή τα συναισθήματά σου με 140 χαρακτήρες.

Πλατεία Καρύτση:

Πλατεία στο κέντρο της Αθήνας, που στον χώρο της έχουν ανοίξει αρκετά μπαρ της πόλης. Μέχρι και λίγο καιρό πριν ήταν συνώνυμη της λέξης «hipster».

tumblr:

Ιντερνετική πλατφόρμα που χρησιμοποιείται για blogging. Χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερα υψηλή αισθητική της και την πλήρη συμβατότητα τόσο με το PC όσο και με τις ταμπλέτες και τα smartphones.

Kunsthalle:

Χώρος όπου παρουσιάζονται εικαστικές εκθέσεις και διάφορα installations στην περιοχή του Μεταξουργείου.

Τζόναθαν Φράνζεν:

Αμερικανός συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο η «Η Ελευθερία».

Χαρούκι Μουρακάμι:

Ιάπωνας συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο το «IQ84».

Νικ Χόρνμπι:

Άγγλος συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο το «Juliet, Naked».

Πολ Κρούγκμαν:

Αμερικανός οικονομολόγος που ποστάρει τραγούδια των Arcade Fire στον προσωπικό του λογαριασμό στο Twitter.

Γουές Αντερσον:

Αμερικανός σκηνοθέτης. Τελευταία του ταινία ο «Έρωτας του φεγγαριού».

Keep Shelly in Athens:

Και όποιο ελληνικό συγκρότημα γράφτηκε στον ξένο Τύπο ή κάνει περιοδεία στο εξωτερικό.

Drive:

Κινηματογραφική ταινία του Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν με τον Ράιαν Γκόσλινγκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Σοφία Κόπολα:

Αμερικανίδα σκηνοθέτις. Τελευταία της ταινία το «Somewhere».

the χχ:

Αγγλικό συγκρότημα ηλεκτρονικής μουσικής.

Primavera:

Μουσικό φεστιβάλ στη Βαρκελώνη που γίνεται κάθε χρόνο τον Μάιο, με διάφορα είδη σύγχρονης μουσικής.

Το μπλε περίπτερο:

Βρίσκεται στην οδό Περικλέους, στο Σύνταγμα. Για μια περίοδο απασχόλησε ορισμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως μια εναλλακτική πρόταση εργασίας αλλά και διασκέδασης. Σήμερα έχει διακόψει τη λειτουργία του.

Vice:

Περιοδικό εναλλακτικής κουλτούρας που κυκλοφορεί σε διάφορες χώρες του κόσμου.

Ανατολικό Βερολίνο,Λονδρέζικο Ντάλστον, Παριζιάνικο μαρέ, Μπρούκλιν της Νέας

Υόρκης:

Αγαπημένοι προορισμοί.

κοκάλινα γυαλιά:

Ηλίου ή όρασης. Συνήθως είναι Ray Ban.

MeetMarket:

Εναλλακτικό παζάρι που γίνεται μια φορά τον μήνα σε διαφορετικούς πολυχώρους .

DIY:

Συντομογραφία του «do it yourself», που απευθύνεται σε αυτούς που παράγουν μόνοι τους τα καλλιτεχνικά τους έργα, με στόχο να τα πουλήσουν.

Free Press:

Περιοδικά κι εφημερίδες που διανέμονται ελεύθερα και είναι από οδηγοί πόλης μέχρι πειραματικά περιοδικά μόδας.

Laternative:

Ραδιοφωνική εκπομπή στον Εν Λευκώ 87,7.

Untitled:

Δίδυμο DJs που περιφέρονται στα μπαρ του κέντρου. Συνήθως παίζουν Παρασκευές.

«Dazed & Confused»:

Βρετανικό περιοδικό στυλ και μόδας.

«The wired»:

Baby Guru - Navigation

bottom of page